Συζητώντας για ένα μοντέλο της “Συλλογικής ιδιοκτησίας” στη Λάρισα
Του Βασίλη Ιωακειμίδη
Πριν λίγους μήνες είχα ....
την τύχη να συνεργαστώ με μια ομάδα ακαδημαϊκών,
αναλυτών και αθλητών σε μια καινοτόμα συλλογική έκδοση που στόχο είχε
να ανιχνεύσει μερικές από τις πιο μνημειώδεις και ανατρεπτικές στιγμές
του παγκόσμιου αθλητισμού (Capitalism and Sports, 2013). Στιγμές που
έχουν μείνει χαραγμένες στη συλλογική φίλαθλη μνήμη ως δείγματα της
ικανότητας του αθλητισμού να υπερβαίνει τα στενά πλαίσια των αθλητικών
εγκαταστάσεων και να αναδεικνύει την τεράστια κοινωνική δυναμική του. Η
προσπάθεια αυτή συμπεριέλαβε αναφορές σε αθλητές και συλλόγους απο
διάφορα αθλήματα συμπεριλαμβανομένων φυσικά των εμβληματικών Μοχάμεντ
Άλι, Τζόν Κάρλος, Τζεσε Όουενς, την κοινωνική διάσταση της ιστορία της
Σέλτικ, το ρόλο του ράγκμπι στον αγώνα κατά του Απαρτχάιντ αλλά και πιο
σύγχρονες προσπάθειες κοινοτήτων, φιλάθλων και συλλογικοτήτων να
επαναδιεκδικήσουν ένα ποδόσφαιρο βασισμένο σε αρχές και αξίες
διαφορετικές από αυτές που λανθασμένα στην εποχή μας αντιλαμβανόμαστε ως
“κυρίαρχες και μη αναστρέψιμες”.
Αν μου ζητούσε κάποιος πολύ επιγραμματικά και μέσα σε μια πρόταση να
περιγράψω το συμπέρασμά μου από αυτή τη μελέτη, θα έλεγα πως η κοινωνική
ιστορία του ποδοσφαίρου (κατ’επέκταση του αθλητισμού) και οι πιο
λαμπρές στιγμές του μας δείχνουν πως εμείς οι σύγχρονοι φίλαθλοι έχουμε αντιληφθεί πολύ λάθος τις έννοιες “ρεαλισμός”, “ρομαντισμός”, “ευκτέο” και “αναγκαίο”.
Το κυνήγι της πρώτης θέσης με ανήθικους και χυδαίους τρόπους, η
κατάχρηση του αθλητισμού για εύκολο πλουτισμό, η κυριαρχία
παραγόντων-σατράπηδων και δημοσιογράφων-αυλικών αλλά και η χρήση
πρακτικών μαφίας στη συγκρότηση και διοίκηση συλλόγων είναι μερικά από
τα φαινόμενα που η διαστρεβλωμένη αντίληψη μας περί πραγματικότητας μας
έχει κάνει να τα θεωρούμε στην καλύτερη “μη αναστρέψιμα” και στη
χειρότερη “ρεαλιστικά”.
Οι ρηξικέλευθες αθλητικές προσπάθειες όμως αφορούν ένα μοντέλο
αθλητισμού που η συντριπτική πλειοψηφία των φιλάθλων συνεχίζει να
αναζητά και να διεκδικεί. Αυτή τη διεκδίκηση και λαϊκή απαίτηση
μερικοί (συνήθως εκ του πονηρού) την παρουσιάζουν απλά ρομαντική ή
ουτοπική, θέλοντας να μας πείσουν πως η τωρινή κατάσταση του ελληνικού
ποδοσφαίρου ειναι...ρεαλιστική. Δεν υπάρχει όμως τίποτα ρεαλιστικό σε
ένα μοντέλο ποδοσφαίρου ξεκομμένου από την κοινωνική και λαϊκή του βάση,
ελεγχόμενου σε όλα τα επίπεδα από μαφιόζους που πλουτίζουν ζώντας
παρασιτικά από την αγάπη του κόσμου προς το ποδόσφαιρο.
Από την άλλη η προσπάθεια εξυγίανσης του ποδοσφαίρου “από τα κάτω”
-δηλαδή από τις συνειδητές και συντονισμένες ενέργειες από πολυπληθείς
αγνούς φιλάθλους-ποδοσφαιρόφιλους- είναι η μόνη ρεαλιστική και εφικτή λύση.
Το ζητούμενο φυσικά είναι να βρούμε καταρχήν την απαραίτητη
αυτοπεποίθηση και έπειτα έπειτα τον πιο αποτελεσματικό μηχανισμό ώστε να
προστατεύσουμε το ποδόσφαιρο που αγαπάμε, να αποκαταστήσουμε την
αισθητική και κοινωνική δυναμική του, και να εξοβελίσουμε τους
θρασύδειλους και σατράπηδες παράγοντες. Αυτοί μας έχουν ανάγκη όχι εμείς αυτούς!
Αυτά ακριβώς τα διλήμματα αποτελούν τη βάση της ζωηρής συζήτησης και αναζήτησης που αυτόν το καιρό έχει αναπτυχθεί στην πόλη της Λάρισας.
Λένε πως το πρώτο βήμα για να κάνεις μια επαναστατική αλλαγή είναι να
μεταβείς στο “καινούριο” περνώντας μέσα απο μια πόρτα που είναι ήδη
σάπια, διάτρητη και αδύναμη να αντισταθεί. Δε θα μπορούσε να υπάρχει
μεταφορά που να αποδίδει καλύτερα την πρόκληση αλλά και τις επιλογές που
έχει μπροστά της η ποδοσφαιρική ομάδα της ΑΕΛ αυτόν τον καιρό.
Η ΑΕΛ, ομάδα που δημιουργήθηκε στη βάση της συνεργασίας τοπικών
ποδοσφαιρικών σωματείων της Λάρισας τη δεκατία του 1960, εξ’αρχής
γοήτευσε και ενέπνευσε τους ντόπιους (αρχικά) φίλους του ποδοσφαίρου.
Αξιοποιώντας αυτή τη δυναμική συνεργασίας, αλλά και δουλεύοντας
μεθοδικά με νέους αθλητές από την ευρύτερη περιοχή, μέσα σε λιγότερο από
20 χρόνια δημιούργησε μια ομάδα που έμελλε να γράψει ιστορία στο
ελληνικό ποδόσφαιρο. Πέρα από το υπέροχο, δυναμικό και
θεαματικό ποδοσφαιρικό μοντέλο που ανέπτυξε, ενέπνευσε τους φίλους του
ποδοσφαίρου σε όλη την Ελλάδα και για έναν επιπλέον λόγο. Μια ομάδα της
επαρχίας, μακρυά από τα κέντρα λήψης αποφάσεων (τόσο από φύση όσο και
θέση) κέρδισε πρωτάθλημα, κύπελλα και εκπροσώπησε τον ελληνικό
ποδόσφαιρο στην Ευρώπη. Έπειτα από μια πορεία παρακμής η ΑΕΛ έκανε μια
δυναμική πλην όμως σύντομη επιστροφή στις αθλητικές επιτυχίες υπό τη
διοίκηση ενός προέδρου ο οποίος την οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στα
χρέη και τον υποβιβασμό (λόγω χρεών) στην ερασιτεχνική κατηγορία.
Μιας και είναι κοινός τόπος πως μια ομάδα με την υποστήριξη και τη
λαϊκή βάση της ΑΕΛ θα επιστρέψει τους επόμενους μήνες στις
επαγγελματικές κατηγορίες, η μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει στη Λάρισα αφορά την “επόμενη μέρα”.
Η διαγραφή των χρεών προσφέρει στην ομάδα μοναδική ευκαιρία όχι μόνο
επανεκκίνησης αλλά και δημιουργίας ενός μοντέλου ομάδας που θα σέβεται
της ιστορικές αναφορές της ΑΕΛ, θα επαναδιεκδικήσει τον κοινωνικό ρόλο
του συλλόγου και το κυριότερο θα την απαγκιστρώσει για πάντα από την
ευγενή τάξη των “παραγόντων-παράσιτα” που όπως προαναφέραμε ευδοκιμούν
στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Δυστυχώς όμως για την ΑΕΛ, η δημοφιλία της και η
ιστορία της την έχουν κάνει πόλο έλξης για διάφορα κακέκτυπα “μεσσία”
(είτε Τρικαλίνα, είτε διεθνή) που φιλοδοξούν να πάρουν λίγη απο τη λάμψη
και πολλά απο τα έσοδα που η ομάδα αποδεδειγμένα μπορεί να παράγει.
Για να το θέσω και διαφορετικά, κανείς επίδοξος “επενδυτής” δεν έρχεται στην ΑΕΛ για να βάλει χρήματα. Όλοι επιθυμούν να αποσπάσουν την υπεραξία που αποδεδειγμένα η ΑΕΛ μπορεί να παράγει: δόξα, κύρος και χρήμα.
E, λοιπόν αυτά δεν τα δίνουμε σε κανέναν. Η δυναμική της ομάδας βασίζεται στη λαϊκή της βάση.
Το χρήμα και η δόξα που απορρέουν απο αυτή τη δυναμική πρέπει να
επιστρέφουν (επανεπενδυθούν) στο σύλλογο και στο έργο που αυτός
επιτελεί- σε κανενός σατράπη την τσέπη.
Αυτή η συζήτηση στη Λάρισα είναι κρίσιμη τόσο για την ΑΕΛ όσο και για
το μέλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η κρισιμότητά της εδράζεται στο
δεδομένο πως αν η ΑΕΛ αξιοποιήσει την ευκαιρία που έχει μπροστά της και
δημιουργήσει μια ομάδα νοικοκυρεμένη, που θα στηρίζεται διοικητικά στη
δυναμική της, τη λαοφιλία της, την τοπική κοινωνία αλλά και θα
αναπτύσσεται αθλητικά στη βάση του προσβάσιμου και μαζικού αθλητισμού
(μέσω ενός διαφανούς μοντέλου ακαδημιών που θα διασυνδέεται με τον
ερασιτεχνικό και σχολικό αθλητισμό), τότε όλο το σαθρό
οικοδόμημα του ποδοσφαίρου θα κλονιστεί συθέμελα. Τότε η “σάπια πόρτα”
που μας χωρίζει απο την αναζήτηση ενός άλλου μοντέλου ποδοσφαίρου θα
πέσει με ένα άγγιγμα αφού οι έννοιες του “εφικτού” και του “ευκτέου” θα
επαναπροσδιοριστούν και οι ποδοσφαιρόφιλοι όλης της Ελλάδας θα
αντιληφθούν πως ο αθλητισμός στηρίζεται και υποστηρίζεται απο τους
ίδιους και όχι απο πετρελαιάδες λαθρέμπορους, διαπλεκόμενους καναλάρχες
και ανθρώπους της νύχτας.
Επί του παρόντος, συγκεκριμένοι αθλητικοί, ιστορικοί,
κοινωνικοί και δημογραφικοί παράγοντες ευνοούν την ανάπτυξη ενός τέτοιου
μοντέλου “συλλογικής ιδιοκτησίας” στην ΑΕΛ, περισσότερο απο
κάθε άλλη ελληνική ομάδα. Το μοντέλο “συλλογικής ιδιοκτησίας” έχει
εφαρμοστεί σε διαφορετικές εκδοχές του και επιτυχημένα απο σημαντικές
ομάδες της Ευρώπης με διαφορετική δυναμική (απο την τεράστια Μπαρσελόνα
μέχρι τις συγκρίσιμες, δημογραφικά με την ΑΕΛ, Μπιλμπάο, Πόρτο και
Σουάνσι). Φυσικά αυτό το μοντέλο ουδεμία σχέση μπορεί να έχει με τις
καρικατούρες λαϊκής βάσης που προτάθηκαν σε άλλες ελληνικές ομάδες
επιτρέποντας σε γνωστούς λύκους να φορέσουν προβιά και να το παίξουν
επαναστάτες.
Παράλληλα, μια σειρά από επιστημονικές μελέτες έχουν αναδείξει τη
βιωσιμότητα αυτών των μοντέλων “συλλογικής ιδιοκτησίας” τα οποία:
-Μπορούν να κάνουν τα σωματεία οικονομικά βιώσιμα, αφού η ανάπτυξή τους βασίζεται στην αξιοποίηση ιδίων πηγών και υπαρκτών δυνατοτήτων.
Έτσι ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες συσσώρευσης χρεών ή δημιουργίας
οικονομικής φούσκας, μιας πραγματικότητας τόσο γνωστής στο ελληνικό
ποδόσφαιρο (και βεβαίως στην ΑΕΛ).
- Βελτιώνουν τη διοίκηση και τη διαχείριση των συλλόγων αλλά και συνολικά του ποδοσφαίρου δημιουργώντας δημοκρατικές, διαφανείς και υπεύθυνες δομές. Όσοι εμπλέκονται στη διοίκηση ελέγχονται και λογοδοτούν. Έτσι απαγκιστρωνόμαστε απο τον μοντέλου του “αλάνθαστου πάπα”.
- Δημιουργούν όφελος στις τοπικές κοινότητες, επανασυνδέοντας το ποδόσφαιρο με την κοινωνία. Σε αντίθεση με τα ποδοσφαιρικά σωματεία που ζουν εις βάρος της κοινωνίας, των τοπικών οικονομιών και του περιβάλλοντος.
- Υπηρετούν τον αθλητισμό και τη νεολαία, δίνοντας πραγματικές ευκαιρίες σε νέους αθλητές να συμμετάσχουν σε υγιείς δομές
που οι τοπικές κοινωνίες θεωρούν κτήμα τους. (Πολλά απο αυτά τα
στοιχεία περιγράφονται στην έγκυρη Βρετανική μελέτη “supporter share
ownership”).
Αυτόν τον καιρό, σε πείσμα τόσο των σατράπηδων όσο και των αυλικών
τους, η πλειοψηφία των οπαδών της ΑΕΛ αρχίζει να εξοικειώνεται στην ιδέα
και να μορφοποιεί το πλάνο δημιουργίας μια ομάδας “συλλογικής
ιδιοκτησίας” που θα δανείζεται τις καλύτερες διεθνείς πρακτικές αλλά και
θα αξιοποιεί την ιδιοσυγκρασία, την ιδιαιτερότητα και τις συγκεκριμένες
ανάγκες της ΑΕΛ. Το πιο σημαντικό είναι πως αυτό το πλάνο δε θα
βασίζεται στο πρότυπο “Η ΑΕΛ να κερδίζει και όλοι οι άλλοι να πάνε να
πνιγούν”, αλλά στην ιδέα πως “η ΑΕΛ είναι κάτι παραπάνω απο ένα
ποδοσφαιρικό σωματείο” αναδεικνύοντας και επανδιεκδικώντας τον
κοινωνικό, αθλητικό και ιστορικό της ρόλο.
Ο Βασίλης Ιωακειμίδης είναι Λέκτορας Εφαρμοσμένων Κοινωνικών
Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Durham της Μεγάλης Βρετανίας, φίλος του
ποδοσφαίρου και οπαδός της ΑΕΛ.
22/04/2014
acadimies.gr
acadimies.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου